νίφε

νίφε
το
(ακλ.) γεωλ. ονομασία που δίνεται μερικές φορές στο κεντρικό τμήμα τής γήινης σφαίρας, που θεωρείται ότι αποτελείται κυρίως από νικέλιο και σίδηρο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”